Wednesday, February 25, 2009

Kafka Prosess – Ingen Fattige, Ingen Rike

Το νορβηγικό hardcore γαμάει! Δεν ξέρω πώς στο διάολο το καταφέρνουν αυτοί οι Νορβηγοί, αλλά έχουν ένα ολότελα δικό τους στυλ που κάνει μπαμ από χιλιόμετρα. Πραγματικά δε μπορώ να το εξηγήσω. Μάλλον οφείλεται σε μια περίεργη χρήση της μελωδίας, ή στον τρόπο που συγχρονίζουν τις κιθάρες τους, τι να πω, το παίξιμό τους πάντως είναι αναγνωρίσιμο και μοναδικό, και αυτό είναι κάτι που χαρακτηρίζει όλες τις νορβηγικές μπάντες που έχω ακούσει, ανεξαρτήτως εποχής που έδρασαν, από τους πρωτομάστορες Svart Framtid μέχρι τους πιο πρόσφατους Kolokol.

Οι Kafka Prosess δημιουργήθηκαν αμέσως μετά τη διάλυση των Svart Framtid με την προσθήκη του drummer των Bannlyst (επίσης μια από τις πρώτες σκανδιναβικές hardcore μπάντες) στα εναπομείναντα μέλη των δεύτερων, και μέσα στη σύντομη δίχρονη ζωή τους, ηχογράφησαν ένα demo, ένα split με τους Άγγλους Disorder (τον καιρό που είχαν εγκατασταθεί στη Νορβηγία) και κάποια κομμάτια για διάφορες συλλογές. Η Skuld Releases, λοιπόν, τα μάζεψε όλα αυτά, και το 2000 τα επανακυκλοφόρησε ως "Ingen Fattige, Ingen Rike" ("Ούτε φτωχός, ούτε πλούσιος").

Συνθετικά, οι Kafka Prosess συνέχισαν από κει ακριβώς που σταμάτησαν οι Svart Framtid και προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα όσον αφορά στη διαμόρφωση της ηχητικής σφραγίδας της σκηνής. Με αμείωτη επιθετικότητα και ρυθμούς γρήγορους, αλλά και mid-tempo, στα τραγούδια τους, με φαρμακερά φωνητικά, με ευφυία στις εναλλαγές και στις δομές και με αυτές τις απίθανες καρανορβηγικές κιθάρες, έφτιαξαν μουσική σκοτεινή και επιβλητική που δεν τολμάω να συγκρίνω με οτιδήποτε άλλο παιζόταν τότε. Πολλά προσφέρει στην ατμόσφαιρα του δίσκου και η τελείως πρωτόγονη και σκατά παραγωγή που χαρίζει στις συνθέσεις των Kafka Prosess το απαραίτητο χύμα και βίαιο touch, συνθέσεις σκέτη περιπέτεια, όπου βασανιστικά, αργά περάσματα διαδέχονται κουλές ροκεντρολιές και τούμπαλιν, με απόλυτη φυσικότητα σε θέμα ροής. Φανταστικοί σε όλα τους, ακόμα και στους στίχους υποθέτω, τους οποίους δεν καταλαβαίνω, αφού ειναι στα νορβηγικά, αλλά λαμβάνοντας υπόψιν τις πεποιθήσεις και το έργο των Svart Framtid και του υπόλοιπου συναφιού, μάλλον έχουμε να κάνουμε με επιθέση σε θρησκείες, κοινωνίες κλπ., σε μια χώρα και μια εποχή που τέτοιες επιθέσεις σήμαιναν ακόμα κάτι.

Τα βραχύβια συγκροτήματα είναι συνήθες φαινόμενο της νορβηγικής σκηνής και οι Kafka Prosess δεν ξεφεύγουν απ' τον κανόνα αφού, όπως αναφέρθηκε, διέλυσαν το 1987, δύο χρόνια μετά τη δημιουργία τους, λόγω διαφωνιών περί μελλοντικής μουσικής κατεύθυνσης της μπάντας. Ο τραγουδιστής Gunnar, και ιδιοκτήτης της πιο γνωστής νορβηγικής hardcore εταιρείας, X-Port Plater, συνέχισε με τους θεούς So Much Hate, ενώ τα υπόλοιπα μέλη σκόρπισαν σε διάφορες μπάντες, hardcore και μη. Παρόλαυτα πρόλαβαν να αφήσουν πίσω τους έργο αξιοζήλευτης ποιότητας και να μνημονεύονται σήμερα ως ένα απ' τα σημαντικότερα ονόματα που γέννησε η ευρωπαϊκή σκηνή. Λίγο φλώρικη πρόταση για τον επίλογο, αλλά έτσι είναι, παιδιά.

Download


Kafka Prosess

Skuld Releases

Tuesday, February 24, 2009

Hellbastard - Heading For Internal Darkness

Θα μπορούσε να πει κανείς, ότι όσοι αποφάσισαν να μπλέξουν το punk με το metal στα μέσα της δεκαετίας του οδγόντα χωρίστηκαν (σκόπιμα ή όχι) σε τρία στρατόπεδα: σε αυτούς που σχημάτισαν το δεύτερο κύμα του hardcore και, είτε ανέλαβαν τη διαφύλαξη και διατήρηση της βίας στη σκηνή (βλ. Cro-Mags και Agnostic Front), είτε κυνήγησαν την εμπορική αναγνώριση χωρίς επιτυχία (D.Y.S., Gang Green), στους μεταλάδες που γέννησαν τον όρο "crossover" και αντιμετώπισαν ανάμεικτες αντιδράσεις από τα metal ακροατήρια (S.O.D., Nuclear Assault κλπ.) και, τέλος, στους υπόγειους πάνκηδες, οι οποίοι, σε αντίθεση με τους προαναφερθέντες καιροσκόπους, παρουσίασαν δουλειές που αποστασιοποιήθηκαν από το φανατισμό, την έλλειψη ουσίας και τη γενικότερη χαζομάρα που έδερνε κοινό και συγκροτήματα του χώρου. Χαρακτηριστικότερο και ευρέως γνωστό (σήμερα) παράδειγμα τέτοιας μπάντας αποτέλεσαν οι μέγιστοι Amebix.

Έτσι, χωρίς να πάρεις χαμπάρι ανυποψίαστε αναγνώστη, φτάνουμε στη γέννηση του crust, για την οποία υπεύθυνοι θεωρήθηκαν οι Amebix (κάποιοι, προφανώς πάνκηδες, υποστηρίζουν ότι οι Amebix έπαιξαν και το πρώτο death metal ever). Και εκεί που το, αβάφτιστο ως τότε, ιδίωμα έβρισκε τους πρώτους εκφραστές του, τρεις απ' αυτούς σχημάτισαν τους Hellbastard και κυκλοφόρησαν το "Ripper Crust" demo, χαρίζοντάς του όνομα. Βαθιά επηρεασμένη από Amebix, τόσο μουσικά, όσο και στο concept, η μπάντα απ' το Newcastle αγνοήθηκε εγκληματικά από αυτούς που, ούτως ή άλλως, σιχαινόταν και αγκαλιάστηκε αυτομάτως απ' το σκληροπυρηνικό punk κοινό που είχε επιζήσει της αμερικάνικης επέλασης των αρχών των 80's, ένα κοινό παρόμοιο με αυτό που, ως και σήμερα, συνεχίζει να αντιστέκεται στα πολλαπλά κύματα των αμερικανικών επιθέσων.

Το "Heading For Internal Darkness" του 1988 κυκλοφόρησε από την πανάγνωστη Meantime Records και μπορεί να ακούγεται σα μουσειακό είδος, αφού κουβαλάει το στίγμα μιας τεχνοτροπίας που πλέον βρωμάει ναφθαλίνη, παρόλαυτα προκαλεί το νοσταλγικό, αλλά παράλληλα άκρως πορωτικό στο εδώ και στο τώρα, συναίσθημα που νιώθει ένας π.χ. τηλεορασάκιας όταν βλέπει επαναλήψεις των "Απαράδεκτων": ξέρει, και καταριέται ως ένα βαθμό, ότι δεν πρόκειται να ξαναβγούν τέτοια πράματα, γεγονός το οποίο αποδίδει στα χαρακτηριστικά του "τότε" και που "σήμερα" έχουν εκλείψει, μα ταυτόχρονα απολαμβάνει στο έπακρο τη διαχρονικότητα του έργου, αφομοιώνοντας (και πάλι) την, ανθεκτική στο πέρασμα των καιρών, ουσία του. Μια ουσία/τεχνοτροπία που στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδίδεται με λυσσαλέο κοπάνημα και punk αμεσότητα, πλαισιωμένη με κοινωνικούς/οικολογικούς στίχους και μήνυμα ("Nazis Killed", "Death Camp"). Περισσότερο Slayer-ικοί παρά Frost-όκαυλοι, όπως οι συμπατριώτες τους Amebix, οι Hellbastard ακομπλεξάριστα προσάρμοσαν τίγκα-metal πατέντες, όπως πλήκτρα και μελωδίες, στις δικές τους ανάγκες, χωρίς να πέφτουν στην παγίδα της ξενέρας που συνεπάγεται τις περισσότερες φορές η χρήση τους. Τα riffs είναι πιο παλιοί Slayer κι απ' τους παλιούς Slayer, ενώ τα drums ακροβατούν θαυμάσια μεταξύ υπολογισμένης metal αγριάδας και punk ατσουμπαλιάς. Τα φωνητικά καθηλώνουν, αφού μιλάμε για πάνκικο φτύσιμο/ξέρασμα/ουγκ, πάντα με καρασάπιο echo, trademark που χρησιμοποιήθηκε και από άλλα συγκροτήματα της σκηνής.

Ο δίσκος ρέει άψογα και κρατάει τον ακροατή σε εγρήγορση, ενώ κρύβει διάφορες γαμηστερές λεπτομέρειες, όπως γυναικεία μιλητά φωνητικά, κλεμμένo riff από Metallica και του κόσμου τα απαρχαιωμένα εφέ, που φέρνουν αβίαστα χαμόγελα μιας περίεργης, και σχεδόν ανεξήγητης, ευχαρίστησης. Το πιο σημαντικό όμως, και αυτό που κάνει τους τότε Hellbastard ξεχωριστούς, είναι ότι πρόκειται για μουσικούς που βίωναν τον αναρχικό τρόπο ζωής και υιοθέτησαν τις αρχές του, κι έτσι κατάφεραν να μεταδώσουν τα ερεθίσματα αυτά σε συνθετικό επίπεδο και όχι μόνο σε στιχουργικό. Η επιμετάλωση, ή γενικότερα η μεταμόρφωση, ενός ιδιώματος με βαριά φιλοσοφική κληρονομία, επομένως, δεν οδηγεί απαραίτητα στην καταστροφή του, αλλά μπορεί και να το διαδώσει αλλαγμένο στη μορφή, μα απαράλλαχτο στο νόημα του, όπως ένα μήνυμα που παραμένει το ίδιο σε όσες διαφορετικές γλώσσες κι αν ειπωθεί.

Download

Hellbastard

Friday, February 20, 2009

Muga - Muga

Όποιος από σας σκάσει έστω και το παραμικρό γελάκι για το όνομα της μπάντας, θα βρει ατιμωτικό θάνατο απ' το σπαθί του σαμουράι, αφού τα πράματα κάθε άλλο παρά για γέλια είναι. Βλέπετε, οι γιαπωνεζόφιλοι συνήθως αναλώνονται σε artsy παπαριές, κι έτσι μοιραία χάνουν το νόημα που, ως γνωστόν, βρίσκεται στα hardcore, death και grind καταγώγια της σκηνής, απ' όπου προέκυψε κι αυτό εδώ το διαμαντάκι του 2001.

Ανακάλυψα το ντεμπούτο των Muga πριν καιρό, αφού μετά από αρκετό ψάξιμο είχα καταφέρει ν' ακούσω τη συλλογή "Japanese Assault" που είχε κυκλοφορήσει η Relapse, χάρη στην οποία ανακάλυψα και τους Swarrrm (άλλη πονεμένη ιστορία από κει...), και, μα τον Κουροσάβα, κάθε φορά που το βάζω να παίξει εκπλήσσομαι από την ενέργειά του και τη μουσική του αρτιότητα. Οι Muga είναι άτομα διαβασμένα, με υψηλή αισθητική και ταλέντο, που διακρίνονται στο πόσο εύστοχα συρράπτουν τις επιρροές τους που εκτείνονται σ' ένα, όχι ιδιαίτερα ευρύ, μα πρόσφορο για δημιουργία πεδίο. Κάνουν το χαβά τους με τις σκοτεινές μελωδίες των His Hero Is Gone και τα επικά, καλπάζοντα riffs των Catharsis και χρησιμοποιούν εναλλαγές διαβολεμένου d-beat με αργούς, πένθιμους ρυθμούς, κάνοντας το crust τους γλυκό σα μέλι, ενώ παραμένουν νευρώδεις και χωσιματίες. Η γιαπωνέζικη διαστροφή στις συνθέσεις είναι παρούσα, με αποτέλεσμα απόκοσμα vibes να συνοδεύουν κάθε στιγμή της ακρόασης του album, όσο κοίνα και να ακούγονται τα επιμέρους στοιχεία τους. Χαρακτηριστικά βροντερά σκασίματα, κλασσικομεταλάδικες ακουστικές τσόντες και φοβερός, καθαρός μα καθόλου φλώρικος, ήχος συμπληρώνουν την εικόνα του αποκαλυπτικού αυτού hardcore δίσκου, που κερδίζει επάξια τη θέση του ανάμεσα στο "Fifteen Counts Of Arson", το "Nightmares" και το "Samsara". Χωρίς ίχνος υπερβολής.

Να τονιστεί ότι τα φωνητικά είναι κάτι το απίστευτο, δύο διαφορετικές χροιές (αντρική και γυναικεία) και όχι απλά διαφορετικά ουρλιαχτά, αλληλοπλαισιώνονται άψογα, τραγουδώντας αποκλειστικά στα γιαπωνέζικα, τα οποία είναι και γαμώ τις γλώσσες για τέτοιες δουλειές. Ιδιαίτερα σε κάποια σημεία, η τύπισσα χώνεται τόσο άρρωστα που ανατριχιάζω.

Αν νιώθετε ότι η όλη φάση του neo-crust σας αφορά και έχετε χορτάσει Αμερικάνους, Ισπανούς και Σκανδιναβούς, τότε η ακρόαση του ντεμπούτου των Muga οφείλει να γίνει η επόμενη προτεραιότητά σας. Άντε και καλό καρναβάλι!

Download

Muga

Putrid Filth Conspiracy


PS: Για την ιστορία και τυχόν εδιαφερόμενους, η μπάντα κυκλοφόρησε πέρυσι το δεύτερο δίσκο της "There Is Nothing Eternal Exists" (δεν ξέρω κατά πόσο στέκει συντακτικά αυτός ο τίτλος) από την Darma Records, απ' τον οποίο δυστυχώς λείπει η τραγουδίστρια (ή ό,τι ήταν αυτό το πράγμα τελοσπάντων), ενώ είναι πιο αργός και περισσότερο πολύπλοκος και ακουστικός απ' το "Muga". Προτείνεται ανεπιφύλακτα επίσης.

Wednesday, February 18, 2009

Big Boys – Lullabies Help The Brain Grow

Η hardcore punk κίνηση των αρχών της δεκαετίας του οδγόντα λειτούργησε, σε πρώτη φάση έστω, ακολουθώντας το μοντέλο "πόλη-σκηνή" (πώς λέγανε "πόλη-κράτος" παλιότερα). Από τις πολυάριθμες πόλεις-σκηνές με συναρπάζει περισσότερο αυτή που άνθισε στο Austin του Texas, με κυριότερους, ίσως και μοναδικούς, εκπροσώπους, τους MDC, τους Dicks και τους Big Boys.

Η γοητεία της συγκεκριμένης σκηνής δεν έγκειται μόνο στο παράδοξο και αντιδραστικό, σε σχέση με το macho ιδεώδες της υπόλοιπης hardcore κοινότητας, της ιδιοσυγκρασίας των frontmen που την εκπροσώπησαν (όλοι δηλωμένοι ομοφυλόφιλοι που εμφανίζονταν συχνά με γυναικεία ρούχα στα live), ούτε στο πρωτοποριακό πάντρεμα του punk με άλλα είδη μουσικής, που άκρως επιτυχημένα εισήγαγαν με το πέρασμα του χρόνου οι Dicks και οι Big Boys στους δίσκους τους. Αυτό που κυρίως ξεχώρισε τη σκηνή του Austin ήταν μια punk νοοτροπία που έφτυνε στα μούτρα τα στερεότυπα της ευρύτερης σκηνής, δεν υπάκουε τον κανόνα της έλλειψης κανόνων όταν δε τη βόλευε, δεν μπορούσε να οριστεί και δεν έδινε δεκάρα για δόγματα και κώδικες. Ήταν η punk νοοτροπία που αδιαφορούσε ακόμα και για τον ίδιο της τον εαυτό, ήταν το απόλυτο punk.

Ηχητικά ντοκουμέντα του απόλυτου punk των Big Boys υπάρχουν μπόλικα, αφού η μπάντα υπήρξε αρκετά παραγωγική στα πέντε χρόνια ζωής της ('79-84), κυκλοφορώντας τρία lp's, ένα ep και ένα θρυλικό live split με Dicks. Το "Lullabies Help The Brain Grow" του 1983, ως προ-κύκνειο άσμα των Big Boys, συνδυάζει τέλεια τη hardcore punk ωμότητα των πρώτων ημερών τους με την ξεδιάντροπη χρήση funk στοιχείων, που έγιναν το σήμα κατατεθέν της μουσικής τους, αυτού του εκρηκτικού μείγματος που αργότερα αντέγραψαν εξίσου ξεδιάντροπα οι Red Hot Chilli Peppers, με αποτέλεσμα να γεμίζουν ολόκληρα στάδια σήμερα. Το hardcore funk (!) των Big Boys υπήρξε επιθετικό χωρίς να σφίγγεται, διασκεδαστικό χωρίς να ντρέπεται, ανέμελο χωρίς να χάνει την ουσία του, με άκρατη χρήση πνευστών και με χοροπηδηχτές μπασογραμμές να οργιάζουν, φλερτάροντας ακόμα και με κάτι που σήμερα είναι γνωστό ως noise rock.

Αντί να τονίσω τη σπουδαιότητα της κυκλοφορίας και τη δεδομένη επιδραστικότητα των Big Boys στους μεταγενέστερους ή να σας προτρέψω να αποκτήσετε με κάθε τίμημα τη δισκογραφία τους ("The Skinny Elvis"/"The Fat Elvis") που εύκολα βρίσκεται χάρη στην Touch And Go, θα προτιμήσω να κλείσω το κείμενο με την προτροπή του τραγουδιστή Randy "Biscuit" Turner στο κοινό μετά από κάθε συναυλία, καθώς αυτή η μικρή πρόταση συνοψίζει το ήθος και το νόημα που είχε (ή θα έπρεπε να είχε) ολόκληρη η hardcore punk κοινότητα του τότε: "Now, you go start your own band."

Big Boys

Touch And Go

Monday, February 16, 2009

Yaphet Kotto - We Bury Our Dead Alive




Η Ebullition records αποτελεί έναν ακόμη ακρογωνιαίο λίθο στην εξάπλωση του post-hardcore της δεκαετίας του '90. Η πρώτη μου επαφή με τον ήχο της εταιρείας έγινε μέσω των σκληροτράχηλων Εconochrist, ενός συγκροτήματος που πολλοί σπεύδουν να χαρακτηρίσουν ως τους Αμερικάνους ''Crass'' (τo αν συμφωνούμε ή όχι δεν έχει καμμία σημασία). Η αλήθεια είναι πως στις τάξεις της, θα βρει κανείς συγκροτήματα του διαδεδομένου, πλέον, screamo ήχου, όπως οι ''Ampere'' και οι σαφώς πιο ακραίοι ''Orchid & ''Τhis Machine Kills''. Όλως παραδόξως λοιπόν, η Ebullition συνεχίζει να είναι ενεργή διατηρώντας μάλιστα ένα μυθικών διαστάσεων back catalogue/distro με άπειρα καλούδια τα οποία δεν περιορίζονται σε γνώριμους, για τις επιλογές της εταιρείας, ήχους.

Οι Yaphet Kotto είναι το πραγματικό emocore. Μακρυά από εμπορικές σκοπιμότητες, προβλέψιμες δομές και ανούσια μοιρολόγια, η μουσική που συνθέτουν είναι ειλικρινής, περιπετειώδης και άκρως συναισθηματική. Αν οι δυναμικές εκφράζουν προσπάθεια νεωτερισμού και τα μακρόσυρτα ορχηστρικά μέρη, μαρτυρούν βαρεμάρα απ'το χιλιόμετρο, οι τύποι δείχνουν να κερδίζουν το παιχνίδι. Για ποιόν λόγο; Πολύ απλά επειδή όλες αυτές οι συνθετικές τεχνοτροπίες, αποκτούν στα χέρια τους μία άλλη αξία και δείχνουν να ωφελούν τις συνθέσεις πάρα να τις βλάπτουν. Άρτιοι παίκτες, τέλειες ιδέες, πραγματικοί καλλιτέχνες που εκφράζονται μέσω της μουσικής τους. Τραγούδια όπως τα ''Past on the stairs'' & ''The constant Ringing'' με έχουν στοιχειώσει εδώ και καιρό. 

Η μπάντα είναι διαλυμένη εδώ και λίγα χρόνια έχοντας μια κληρονομία τριών στούντιο δίσκων, με τον τελευταίο να παρουσιάζεται εδώ. Οποιοσδήποτε αποφασίσει να ασχοληθεί με την περίπτωση τους, θα καταλάβει ευθής εξαρχής την επιθυμία τους για πρόοδο στο μικρό διάστημα που παρέμειναν ενεργοί. Όλοι συνεχίζουν σε νέες μπάντες (Look Back and Laugh, Moralyson) με αρκετά διαφορετικό ήχο απ'ότι θα περιμέναμε. Ίσως αυτό να αποτελεί μία δήλωση του πόσο διαφορετικοί ύπηρξαν οι Yaphet Kotto. We bury our dead alive?

Yaphet Kotto

Ebullition

Download

Sunday, February 15, 2009

Chemical People - So Sexist


Το ντεμπούτο των Chemical People ήταν μία από τις τελευταίες μου αγορές. Το βρήκα κυριολεκτικά καταχωνιασμένο σε ένα τοπικό δισκάδικο με την τιμή στο οπισθόφυλλο να αναγράφεται πεισματικά σε δραχμές! 

Το ''So sexist'' κυκλοφόρησε το 1988 στην Cruz records (θυγατρική εταιρεία της SST στην oποία κυκλοφόρησε σχεδόν όλο το back catalogue των Skin Yard μεταξύ άλλων). Οι πιο παρατηρητικοί θα έχουν ήδη μυριστεί την απουσία του εξώφυλλου το οποίο για λόγους αισθητικής (και μόνο) αποφάσισα να μην το ποστάρω. Ναι με ένα απλό googl-αρισμα θα καταλάβει κανείς την φρικωδία του θεάματος. Όπως και να χει, ας αφήσουμε τα διαδικαστικά και ας μπούμε στο ζουμί.

Ας μεταφερθούμε τώρα, τρία χρόνια πριν το πολυεθνικό breakthrough της κοχλάζουσας indie rock πραγματικότητας : οι προθέσεις (σχετικά πιο) αγαθές, η σκηνή (σχετικά πιο) υγιής, οι πειραματισμοί (σχετικά πιο) συγκρατημένοι και η προυπόθεση για έναν καλό δίσκο είναι η παντελής απουσία fillers.. Έτσι λοιπόν θα περιοριστώ στα απαραίτητα δίχως να προβώ σε ανούσιες αναλύσεις για μία ανέμελη σχεδόν εποχή. Όποιος γουστάρει μεταγενέστερους Descendents, τους φοβερούς Καναδούς The Nils και ακόμη πιο πρόσφατα power pop σχήματα όπως oι Doughboys (οι αναφορές δεν είναι τυχαίες, ψάξτε το) θα βρεί εδώ την υγειά του. Η διασκευή σε Kiss δεν έχει αρνητικές παρενέργεις τελικά...

Go Chemical or die dorkface!

Download

Chemical People

Cruz/SST