Saturday, June 20, 2009

Blood Circus - Primal Rock Therapy

Με ένα επτάρι και ένα ep μονάχα, οι Blood Circus αποτελούν μια ζωτικής σημασίας μπάντα. Aλλωστε συγκροτήματα όπως Mudhoney και οι Nirvana. έκαναν τις πρώτες τους ζωντανές εμφανίσεις support-άροντας τους εν λόγω κύριους. Ναι για τρίτη συνεχόμενη φορά θα κινηθούμε στην grunge-y σκηνή της εποχής

Ο ήχος των Blood Circus ακολουθεί πίστα το δίπτυχο Black Sabbath/Stooges θυμίζοντας παράλληλα αρκετά συχνά τους εξαιρετικούς The Dicks. Αυτό και μόνο αρκεί για να καταλάβει κάποιος τις διαθέσεις της μπάντας. Δυστυχώς η ανταπόκριση που έλαβαν παρά το αρκετά πετυχημένο όπως όλοι γνωρίζετε προμοτάρισμα της Sub Pop, καθώς και μία περιοδεία με τους φοβερούς και τρομερούς Les thugs, δεν ήταν ενθαρρυντική και έφτασε στο σημείο να διαλύσει το σχήμα που απ’ότι φαίνεται είχε πολλά να δώσει. Αν δεν κάνω λάθος επανασυνδέθηκαν αργότερα δίχως όμως ποτέ να ηχογραφήσουν νέο υλικό. Όλα τους λοιπόν τα τραγούδια περιλαμβάνονται στο Primal Rock Therapy του 1989. Enjoy!

Download

Blood Circus

Sub Pop

Das Damen - Μousetrap (1989)


Αρχικά να ζητήσω ένα συγνώμη από τους αναγνώστες του blog για την όποια καθυστέρηση σε κείμενα. Δεν θα δικαιολογηθώ, έπαιξε μεγάλο ρόλο ο παράγοντας βαρεμάρα. Αυτά λοιπόν για εισαγωγή.

Το Mousetrap του 1989 αποτελεί την τέταρτη δουλειά των Νεουορκέζων Das Damen. Πέντε χρόνια μέτα την δημιουργία τους και κατόπιν τριών δίσκων στην ''θα τα ηχογραφήσουμε όλα'' SST, το εν λόγω άλμπουμ κυκλοφορεί στην φημισμένη Twin Tone.

O ήχος των Damen παραμένει μέχρι και σήμερα μοναδικός. Ελαφρώς μεταλλικός, αρκούντως ψυχεδελικός και κυρίως ποτισμένος από την αλλαγή πορείας που έδωσαν οι Replacements στο punk της εποχής ξεθάβωντας ακόμη παλιότερα πράγματα, αποτελεί μάλλον το αντίπαλο δέος των Dinosaur jr. Και τι εννοώ δηλαδή με αυτό : κιθάρες, κιθάρες, κιθάρες (ok, με μπόλικες ευαισθησίες βέβαια), ιδανικός πρόπομπος του grunge δηλαδή. Μην φανταστείτε βέβαια ιδιαιτέρως σκληρές καταστάσεις, απλώς ρε γαμώτο σε κάνει να απορείς πως στο καλο κατέληξε το σημερινό indie rock σε αυτήν την άνευρη εκδοχή του, αν αναλογιστείς πάντα το ηλεκτρισμένο παρελθόν του. Μάλλον θα έχουν κουράσει βέβαια αυτοί οι παραλληλισμοί οπότε το κόβω εδώ.

Download 

Das Damen

Τwin Tone

Thursday, March 26, 2009

Mansun - Six



O 2ος δίσκος των Mansun αποτελεί ένα τεράστιο ερωτηματικό στην ιστορία της μουσικής βιομηχανίας ή και τι να πω, ίσως στο δικό μου κεφάλι μονάχα. Ο πρώτος δίσκος είναι μια γοητευτική μίξη της brit pop με το glam και την ψυχεδέλεια, ο τρίτος ένας απλός, μεστός ποπ δίσκος, και ο ακυκλοφόρητος τους ονόματι Kleptomania ένα συμπαθητικό φινάλε με συνηθισμένες δομές. Κάποιος ακούγοντας και μόνο τις λέξεις brit pop θα μπορούσε να διαγράψει τον δίσκο σαν να μην υπήρχε ποτέ. Το ξέρω, ίσως και γω σήμερα να αντιδρούσα έτσι.

 Η αλήθεια είναι πως το Six το ανακάλυψα ξανά σήμερα. Πρέπει να είναι η έννατη ή δέκατη φορά που μου συμβαίνει. Και κάθε φορά ρε γαμώτο, ξεπηδούν τα ίδια συναισθήματα. Ίσως με μία μικρή δόση δέους παραπάνω. Ναι δέος, να μια καλή λέξη για να ξεκινήσω να περιγράφω. Αλλα και πάλι , ώρες ώρες δείχνει τόσο απίστευτα ξέκωλο που αδυνατώ να κατανοήσω την πηγή αυτού του συναισθήματος. Ε και τα μούτρα τους εδώ που τα λέμε, δεν σε προδιαθέτουν και για τις μεγαλύτερες καλλιτεχνάρες αυτού του πλάνήτη. Όμως...

Ωραία ας τα πάρουμε απ’την αρχή. Bρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και έχεις κυκλοφορήσει έναν δίσκο όπου έβγαλε 7 (!) hit singles με το ένα να παίζεται σε αρρωστημένο βαθμό παντού. Μπαίνεις στο στούντιο σαν ένα απλό προιόν του hype και λες θα συνεχίσουμε στην ίδια φάση και ποιος ξέρει, μπορεί να γίνουμε οι νέοι U2 (κοινότοπο πλέον, ναι και τότε και πάντα). Αλλά έχεις ταλέντο ρε πούστη. Κάτω απ’τα άθλια hipster-αδικα κουρέματα και την χαζή προώθηση που έχεις φάει ηθελημένα, ξέρεις πως είσαι κάτι άλλο, κάτι πολύ πιο προσωπικό ικανό να αγγίξει και τον πλέον απαιτητικό μουσικό, ή για να το γενικεύσουμε, κάθε άνθρωπο με μεράκι και γούστο ενός a) επιπέδου. Έχεις φάει τα μούτρα σου όμως. Το ντεμπούτο σου έχει μία ποιότητα μα η υπερπροβολή σου και μόνο την θυσιάζει.  

Προσπαθώ να μπω στο κεφάλι του Paul Draper μα και της υπόλοιπης μπάντας τόση ώρα. Να καταλάβω τι είχε σκεφτεί πίσω απ’την δημιουργία ενός εκ των καλύτερων δίσκων της δεκαετίας του ’90. Προσπαθω να καταλάβω που σκατά βρήκε τόση έμπνευση μαζεμένη ώστε να δέσει το prog rock της των ‘70ς (Television, Cancer) το glam rock (single Version του Six), το art punk (Being a girl), την όπερα (Witness to a murder) και τέλος, τους τόνους ευκολομνημόνευτων μελωδιών(όπου ένα τραγούδι είναι ικανό να γράψει δίσκο ολόκληρο υπό φυσιολογικές συνθήκες). Α και που’στε, όλα αυτά καβαλώντας το βαγόνι της ορθώς αμφισβητούμενης brit pop. Εντάξει δεν λέω, οι Radiohead έριξαν την ιδέα στο τραπέζι, oι Ultrasound μάλλον ξεχάστηκαν και οι Verve πάσχιζαν να γίνουν ανεπιτυχώς κάτι που ποτέ δεν ήταν, εσύ όμως ρε γαμώτο το παίρνεις και το τελειοποιείς. Φτίαχνεις κάτι τόσο απερίγραπτα μεγαλείωδες και του πατάς μια στάμπα που απορεί κανείς πως ξεθώριασε 10 χρόνια μετά... Καλά με οκτάλεπτα τραγούδια και ένα στιχουργικό concept βασισμένο στον Marx, λογικό μου ακούγεται το παίρνω πίσω. Aκούω τώρα το Βlown it. Με έχει στοιχείωσει τι να πω, θα καταντήσω πιο γραφικός απ’ότι μπορεί να φαίνομαι ήδη.

Πολλοί θα απομακρυνθούν εύκολα από μία τέτοια περιγραφή. Άλλοι πάλι θα σπεύσουν να ακούσουν από περιέργεια και θα έχουν παρόμοια κατάληξη. Είμαι πεπεισμένος όμως πως το Six πέρα απ’την φαινομενική αφέλεια που κυνηγά τόσο καιρό το όνομα των Mansun, είναι ένας γαμημένα αριστουργηματικός δίσκός. Είναι το άλμπουμ που σε όποια μουσική φάση και αν βρίσκομαι θα με καθηλώσει όπως την πρώτη φορά που το άκουσα ανήμπορος να αντιδράσω. Με πείθει πως θα νιώσω πάλι το ίδιο σε λίγα χρόνια (;) όταν θα το ξαναξεθάψω. Είναι σύντροφος ζωής.

Νοbody cares when you’re gone…

Wednesday, March 4, 2009

Swallow - St



Γνωρίζουμε τις πέντε, έξι, άντε επτά μπάντες του ''grunge'' και τρέχουμε να το καλουπώσουμε ως ιδίωμα. Η αλήθεια είναι πως οι ίδιοι μουσικοί που απαρτίζουν τις πέντε, έξι, άντε επτά μπάντες που λαμβάνουν καθολική αναγνώριση θα μας έλεγαν πως θα έπρεπε να θεοποιήσουμε πρώτα τον μισό κατάλογο της Amphetamine Reptile, τους αφανείς ήρωες της hardcore σκηνής όπως Dicks, Flipper, Μdc και στην συνέχεια τους προπάτορες της τοπικής μουσικής σκηνής του Seattle, δηλαδή τους U-men, Skin Yard, Bundle of Hiss και ο κατάλογος συνεχίζεται. Το alternative rock της εποχής μπορεί να γιγαντώθηκε επί εποχής Sub Pop πολλοί όμως έμειναν στην απέξω. Για άλλους αυτό είναι κάτι θεμιτό ενώ για κάποιους άλλους που δείχνουν να μην ενδιαφέρονται και ιδιαίτερα, κάτι το συνηθισμένο.


Oι Swallow είναι ακόμη μία σπουδαία μπάντα που δεν τα κατάφερε, σε εμπορικό τουλάχιστον επίπεδο (το παλεύει ακόμη βέβαια, δείτε τα links που συνοδεύουν το κείμενο). Το ντεμπούτο τους που παρουσιάζουμε εδώ, είναι ένα σχεδόν αριστουργηματικό rock'n roll μανιφέστο. Με ήχο πολύ κοντά στους συντοπίτες τους Mudhoney και garage/punk πινελιές που φέρνουν στο μυαλό σπουδαίες μπάντες όπως τους Union Carbide Productions, αποτελεί το ιδανικό backround για έναν τύπο που θέλει να μπεκροπίνει ακόμα και στην τουαλέτα. Οk, μάλλον υπερβάλλω γιατί αντλώ έμπνευση από προσωπικές εμπειρίες... όπως και να χει, τραγούδια σαν τα ''Coffin'', ''Ζοο'' & ''Cold'' με κάνουν να θέλω να ζήσω την πιο ξέφρενη ζωή, ενώ άλλα όπως το ''Hard'' με σοβαρεύουν ξαφνικά και λέω να αρχίσω να νοικοκυρεύομαι για να μην καώ εντελώς.

Συνηθίζω να μην λέω πολλά αλλά συγνώμη, εσείς πιστεύετε ότι τέτοιοι δίσκοι σηκώνουν ανάλυση;

Εντάξει λοιπόν.

Download

Swallow

Flotation

Wednesday, February 25, 2009

Kafka Prosess – Ingen Fattige, Ingen Rike

Το νορβηγικό hardcore γαμάει! Δεν ξέρω πώς στο διάολο το καταφέρνουν αυτοί οι Νορβηγοί, αλλά έχουν ένα ολότελα δικό τους στυλ που κάνει μπαμ από χιλιόμετρα. Πραγματικά δε μπορώ να το εξηγήσω. Μάλλον οφείλεται σε μια περίεργη χρήση της μελωδίας, ή στον τρόπο που συγχρονίζουν τις κιθάρες τους, τι να πω, το παίξιμό τους πάντως είναι αναγνωρίσιμο και μοναδικό, και αυτό είναι κάτι που χαρακτηρίζει όλες τις νορβηγικές μπάντες που έχω ακούσει, ανεξαρτήτως εποχής που έδρασαν, από τους πρωτομάστορες Svart Framtid μέχρι τους πιο πρόσφατους Kolokol.

Οι Kafka Prosess δημιουργήθηκαν αμέσως μετά τη διάλυση των Svart Framtid με την προσθήκη του drummer των Bannlyst (επίσης μια από τις πρώτες σκανδιναβικές hardcore μπάντες) στα εναπομείναντα μέλη των δεύτερων, και μέσα στη σύντομη δίχρονη ζωή τους, ηχογράφησαν ένα demo, ένα split με τους Άγγλους Disorder (τον καιρό που είχαν εγκατασταθεί στη Νορβηγία) και κάποια κομμάτια για διάφορες συλλογές. Η Skuld Releases, λοιπόν, τα μάζεψε όλα αυτά, και το 2000 τα επανακυκλοφόρησε ως "Ingen Fattige, Ingen Rike" ("Ούτε φτωχός, ούτε πλούσιος").

Συνθετικά, οι Kafka Prosess συνέχισαν από κει ακριβώς που σταμάτησαν οι Svart Framtid και προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα όσον αφορά στη διαμόρφωση της ηχητικής σφραγίδας της σκηνής. Με αμείωτη επιθετικότητα και ρυθμούς γρήγορους, αλλά και mid-tempo, στα τραγούδια τους, με φαρμακερά φωνητικά, με ευφυία στις εναλλαγές και στις δομές και με αυτές τις απίθανες καρανορβηγικές κιθάρες, έφτιαξαν μουσική σκοτεινή και επιβλητική που δεν τολμάω να συγκρίνω με οτιδήποτε άλλο παιζόταν τότε. Πολλά προσφέρει στην ατμόσφαιρα του δίσκου και η τελείως πρωτόγονη και σκατά παραγωγή που χαρίζει στις συνθέσεις των Kafka Prosess το απαραίτητο χύμα και βίαιο touch, συνθέσεις σκέτη περιπέτεια, όπου βασανιστικά, αργά περάσματα διαδέχονται κουλές ροκεντρολιές και τούμπαλιν, με απόλυτη φυσικότητα σε θέμα ροής. Φανταστικοί σε όλα τους, ακόμα και στους στίχους υποθέτω, τους οποίους δεν καταλαβαίνω, αφού ειναι στα νορβηγικά, αλλά λαμβάνοντας υπόψιν τις πεποιθήσεις και το έργο των Svart Framtid και του υπόλοιπου συναφιού, μάλλον έχουμε να κάνουμε με επιθέση σε θρησκείες, κοινωνίες κλπ., σε μια χώρα και μια εποχή που τέτοιες επιθέσεις σήμαιναν ακόμα κάτι.

Τα βραχύβια συγκροτήματα είναι συνήθες φαινόμενο της νορβηγικής σκηνής και οι Kafka Prosess δεν ξεφεύγουν απ' τον κανόνα αφού, όπως αναφέρθηκε, διέλυσαν το 1987, δύο χρόνια μετά τη δημιουργία τους, λόγω διαφωνιών περί μελλοντικής μουσικής κατεύθυνσης της μπάντας. Ο τραγουδιστής Gunnar, και ιδιοκτήτης της πιο γνωστής νορβηγικής hardcore εταιρείας, X-Port Plater, συνέχισε με τους θεούς So Much Hate, ενώ τα υπόλοιπα μέλη σκόρπισαν σε διάφορες μπάντες, hardcore και μη. Παρόλαυτα πρόλαβαν να αφήσουν πίσω τους έργο αξιοζήλευτης ποιότητας και να μνημονεύονται σήμερα ως ένα απ' τα σημαντικότερα ονόματα που γέννησε η ευρωπαϊκή σκηνή. Λίγο φλώρικη πρόταση για τον επίλογο, αλλά έτσι είναι, παιδιά.

Download


Kafka Prosess

Skuld Releases

Tuesday, February 24, 2009

Hellbastard - Heading For Internal Darkness

Θα μπορούσε να πει κανείς, ότι όσοι αποφάσισαν να μπλέξουν το punk με το metal στα μέσα της δεκαετίας του οδγόντα χωρίστηκαν (σκόπιμα ή όχι) σε τρία στρατόπεδα: σε αυτούς που σχημάτισαν το δεύτερο κύμα του hardcore και, είτε ανέλαβαν τη διαφύλαξη και διατήρηση της βίας στη σκηνή (βλ. Cro-Mags και Agnostic Front), είτε κυνήγησαν την εμπορική αναγνώριση χωρίς επιτυχία (D.Y.S., Gang Green), στους μεταλάδες που γέννησαν τον όρο "crossover" και αντιμετώπισαν ανάμεικτες αντιδράσεις από τα metal ακροατήρια (S.O.D., Nuclear Assault κλπ.) και, τέλος, στους υπόγειους πάνκηδες, οι οποίοι, σε αντίθεση με τους προαναφερθέντες καιροσκόπους, παρουσίασαν δουλειές που αποστασιοποιήθηκαν από το φανατισμό, την έλλειψη ουσίας και τη γενικότερη χαζομάρα που έδερνε κοινό και συγκροτήματα του χώρου. Χαρακτηριστικότερο και ευρέως γνωστό (σήμερα) παράδειγμα τέτοιας μπάντας αποτέλεσαν οι μέγιστοι Amebix.

Έτσι, χωρίς να πάρεις χαμπάρι ανυποψίαστε αναγνώστη, φτάνουμε στη γέννηση του crust, για την οποία υπεύθυνοι θεωρήθηκαν οι Amebix (κάποιοι, προφανώς πάνκηδες, υποστηρίζουν ότι οι Amebix έπαιξαν και το πρώτο death metal ever). Και εκεί που το, αβάφτιστο ως τότε, ιδίωμα έβρισκε τους πρώτους εκφραστές του, τρεις απ' αυτούς σχημάτισαν τους Hellbastard και κυκλοφόρησαν το "Ripper Crust" demo, χαρίζοντάς του όνομα. Βαθιά επηρεασμένη από Amebix, τόσο μουσικά, όσο και στο concept, η μπάντα απ' το Newcastle αγνοήθηκε εγκληματικά από αυτούς που, ούτως ή άλλως, σιχαινόταν και αγκαλιάστηκε αυτομάτως απ' το σκληροπυρηνικό punk κοινό που είχε επιζήσει της αμερικάνικης επέλασης των αρχών των 80's, ένα κοινό παρόμοιο με αυτό που, ως και σήμερα, συνεχίζει να αντιστέκεται στα πολλαπλά κύματα των αμερικανικών επιθέσων.

Το "Heading For Internal Darkness" του 1988 κυκλοφόρησε από την πανάγνωστη Meantime Records και μπορεί να ακούγεται σα μουσειακό είδος, αφού κουβαλάει το στίγμα μιας τεχνοτροπίας που πλέον βρωμάει ναφθαλίνη, παρόλαυτα προκαλεί το νοσταλγικό, αλλά παράλληλα άκρως πορωτικό στο εδώ και στο τώρα, συναίσθημα που νιώθει ένας π.χ. τηλεορασάκιας όταν βλέπει επαναλήψεις των "Απαράδεκτων": ξέρει, και καταριέται ως ένα βαθμό, ότι δεν πρόκειται να ξαναβγούν τέτοια πράματα, γεγονός το οποίο αποδίδει στα χαρακτηριστικά του "τότε" και που "σήμερα" έχουν εκλείψει, μα ταυτόχρονα απολαμβάνει στο έπακρο τη διαχρονικότητα του έργου, αφομοιώνοντας (και πάλι) την, ανθεκτική στο πέρασμα των καιρών, ουσία του. Μια ουσία/τεχνοτροπία που στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδίδεται με λυσσαλέο κοπάνημα και punk αμεσότητα, πλαισιωμένη με κοινωνικούς/οικολογικούς στίχους και μήνυμα ("Nazis Killed", "Death Camp"). Περισσότερο Slayer-ικοί παρά Frost-όκαυλοι, όπως οι συμπατριώτες τους Amebix, οι Hellbastard ακομπλεξάριστα προσάρμοσαν τίγκα-metal πατέντες, όπως πλήκτρα και μελωδίες, στις δικές τους ανάγκες, χωρίς να πέφτουν στην παγίδα της ξενέρας που συνεπάγεται τις περισσότερες φορές η χρήση τους. Τα riffs είναι πιο παλιοί Slayer κι απ' τους παλιούς Slayer, ενώ τα drums ακροβατούν θαυμάσια μεταξύ υπολογισμένης metal αγριάδας και punk ατσουμπαλιάς. Τα φωνητικά καθηλώνουν, αφού μιλάμε για πάνκικο φτύσιμο/ξέρασμα/ουγκ, πάντα με καρασάπιο echo, trademark που χρησιμοποιήθηκε και από άλλα συγκροτήματα της σκηνής.

Ο δίσκος ρέει άψογα και κρατάει τον ακροατή σε εγρήγορση, ενώ κρύβει διάφορες γαμηστερές λεπτομέρειες, όπως γυναικεία μιλητά φωνητικά, κλεμμένo riff από Metallica και του κόσμου τα απαρχαιωμένα εφέ, που φέρνουν αβίαστα χαμόγελα μιας περίεργης, και σχεδόν ανεξήγητης, ευχαρίστησης. Το πιο σημαντικό όμως, και αυτό που κάνει τους τότε Hellbastard ξεχωριστούς, είναι ότι πρόκειται για μουσικούς που βίωναν τον αναρχικό τρόπο ζωής και υιοθέτησαν τις αρχές του, κι έτσι κατάφεραν να μεταδώσουν τα ερεθίσματα αυτά σε συνθετικό επίπεδο και όχι μόνο σε στιχουργικό. Η επιμετάλωση, ή γενικότερα η μεταμόρφωση, ενός ιδιώματος με βαριά φιλοσοφική κληρονομία, επομένως, δεν οδηγεί απαραίτητα στην καταστροφή του, αλλά μπορεί και να το διαδώσει αλλαγμένο στη μορφή, μα απαράλλαχτο στο νόημα του, όπως ένα μήνυμα που παραμένει το ίδιο σε όσες διαφορετικές γλώσσες κι αν ειπωθεί.

Download

Hellbastard

Friday, February 20, 2009

Muga - Muga

Όποιος από σας σκάσει έστω και το παραμικρό γελάκι για το όνομα της μπάντας, θα βρει ατιμωτικό θάνατο απ' το σπαθί του σαμουράι, αφού τα πράματα κάθε άλλο παρά για γέλια είναι. Βλέπετε, οι γιαπωνεζόφιλοι συνήθως αναλώνονται σε artsy παπαριές, κι έτσι μοιραία χάνουν το νόημα που, ως γνωστόν, βρίσκεται στα hardcore, death και grind καταγώγια της σκηνής, απ' όπου προέκυψε κι αυτό εδώ το διαμαντάκι του 2001.

Ανακάλυψα το ντεμπούτο των Muga πριν καιρό, αφού μετά από αρκετό ψάξιμο είχα καταφέρει ν' ακούσω τη συλλογή "Japanese Assault" που είχε κυκλοφορήσει η Relapse, χάρη στην οποία ανακάλυψα και τους Swarrrm (άλλη πονεμένη ιστορία από κει...), και, μα τον Κουροσάβα, κάθε φορά που το βάζω να παίξει εκπλήσσομαι από την ενέργειά του και τη μουσική του αρτιότητα. Οι Muga είναι άτομα διαβασμένα, με υψηλή αισθητική και ταλέντο, που διακρίνονται στο πόσο εύστοχα συρράπτουν τις επιρροές τους που εκτείνονται σ' ένα, όχι ιδιαίτερα ευρύ, μα πρόσφορο για δημιουργία πεδίο. Κάνουν το χαβά τους με τις σκοτεινές μελωδίες των His Hero Is Gone και τα επικά, καλπάζοντα riffs των Catharsis και χρησιμοποιούν εναλλαγές διαβολεμένου d-beat με αργούς, πένθιμους ρυθμούς, κάνοντας το crust τους γλυκό σα μέλι, ενώ παραμένουν νευρώδεις και χωσιματίες. Η γιαπωνέζικη διαστροφή στις συνθέσεις είναι παρούσα, με αποτέλεσμα απόκοσμα vibes να συνοδεύουν κάθε στιγμή της ακρόασης του album, όσο κοίνα και να ακούγονται τα επιμέρους στοιχεία τους. Χαρακτηριστικά βροντερά σκασίματα, κλασσικομεταλάδικες ακουστικές τσόντες και φοβερός, καθαρός μα καθόλου φλώρικος, ήχος συμπληρώνουν την εικόνα του αποκαλυπτικού αυτού hardcore δίσκου, που κερδίζει επάξια τη θέση του ανάμεσα στο "Fifteen Counts Of Arson", το "Nightmares" και το "Samsara". Χωρίς ίχνος υπερβολής.

Να τονιστεί ότι τα φωνητικά είναι κάτι το απίστευτο, δύο διαφορετικές χροιές (αντρική και γυναικεία) και όχι απλά διαφορετικά ουρλιαχτά, αλληλοπλαισιώνονται άψογα, τραγουδώντας αποκλειστικά στα γιαπωνέζικα, τα οποία είναι και γαμώ τις γλώσσες για τέτοιες δουλειές. Ιδιαίτερα σε κάποια σημεία, η τύπισσα χώνεται τόσο άρρωστα που ανατριχιάζω.

Αν νιώθετε ότι η όλη φάση του neo-crust σας αφορά και έχετε χορτάσει Αμερικάνους, Ισπανούς και Σκανδιναβούς, τότε η ακρόαση του ντεμπούτου των Muga οφείλει να γίνει η επόμενη προτεραιότητά σας. Άντε και καλό καρναβάλι!

Download

Muga

Putrid Filth Conspiracy


PS: Για την ιστορία και τυχόν εδιαφερόμενους, η μπάντα κυκλοφόρησε πέρυσι το δεύτερο δίσκο της "There Is Nothing Eternal Exists" (δεν ξέρω κατά πόσο στέκει συντακτικά αυτός ο τίτλος) από την Darma Records, απ' τον οποίο δυστυχώς λείπει η τραγουδίστρια (ή ό,τι ήταν αυτό το πράγμα τελοσπάντων), ενώ είναι πιο αργός και περισσότερο πολύπλοκος και ακουστικός απ' το "Muga". Προτείνεται ανεπιφύλακτα επίσης.

Wednesday, February 18, 2009

Big Boys – Lullabies Help The Brain Grow

Η hardcore punk κίνηση των αρχών της δεκαετίας του οδγόντα λειτούργησε, σε πρώτη φάση έστω, ακολουθώντας το μοντέλο "πόλη-σκηνή" (πώς λέγανε "πόλη-κράτος" παλιότερα). Από τις πολυάριθμες πόλεις-σκηνές με συναρπάζει περισσότερο αυτή που άνθισε στο Austin του Texas, με κυριότερους, ίσως και μοναδικούς, εκπροσώπους, τους MDC, τους Dicks και τους Big Boys.

Η γοητεία της συγκεκριμένης σκηνής δεν έγκειται μόνο στο παράδοξο και αντιδραστικό, σε σχέση με το macho ιδεώδες της υπόλοιπης hardcore κοινότητας, της ιδιοσυγκρασίας των frontmen που την εκπροσώπησαν (όλοι δηλωμένοι ομοφυλόφιλοι που εμφανίζονταν συχνά με γυναικεία ρούχα στα live), ούτε στο πρωτοποριακό πάντρεμα του punk με άλλα είδη μουσικής, που άκρως επιτυχημένα εισήγαγαν με το πέρασμα του χρόνου οι Dicks και οι Big Boys στους δίσκους τους. Αυτό που κυρίως ξεχώρισε τη σκηνή του Austin ήταν μια punk νοοτροπία που έφτυνε στα μούτρα τα στερεότυπα της ευρύτερης σκηνής, δεν υπάκουε τον κανόνα της έλλειψης κανόνων όταν δε τη βόλευε, δεν μπορούσε να οριστεί και δεν έδινε δεκάρα για δόγματα και κώδικες. Ήταν η punk νοοτροπία που αδιαφορούσε ακόμα και για τον ίδιο της τον εαυτό, ήταν το απόλυτο punk.

Ηχητικά ντοκουμέντα του απόλυτου punk των Big Boys υπάρχουν μπόλικα, αφού η μπάντα υπήρξε αρκετά παραγωγική στα πέντε χρόνια ζωής της ('79-84), κυκλοφορώντας τρία lp's, ένα ep και ένα θρυλικό live split με Dicks. Το "Lullabies Help The Brain Grow" του 1983, ως προ-κύκνειο άσμα των Big Boys, συνδυάζει τέλεια τη hardcore punk ωμότητα των πρώτων ημερών τους με την ξεδιάντροπη χρήση funk στοιχείων, που έγιναν το σήμα κατατεθέν της μουσικής τους, αυτού του εκρηκτικού μείγματος που αργότερα αντέγραψαν εξίσου ξεδιάντροπα οι Red Hot Chilli Peppers, με αποτέλεσμα να γεμίζουν ολόκληρα στάδια σήμερα. Το hardcore funk (!) των Big Boys υπήρξε επιθετικό χωρίς να σφίγγεται, διασκεδαστικό χωρίς να ντρέπεται, ανέμελο χωρίς να χάνει την ουσία του, με άκρατη χρήση πνευστών και με χοροπηδηχτές μπασογραμμές να οργιάζουν, φλερτάροντας ακόμα και με κάτι που σήμερα είναι γνωστό ως noise rock.

Αντί να τονίσω τη σπουδαιότητα της κυκλοφορίας και τη δεδομένη επιδραστικότητα των Big Boys στους μεταγενέστερους ή να σας προτρέψω να αποκτήσετε με κάθε τίμημα τη δισκογραφία τους ("The Skinny Elvis"/"The Fat Elvis") που εύκολα βρίσκεται χάρη στην Touch And Go, θα προτιμήσω να κλείσω το κείμενο με την προτροπή του τραγουδιστή Randy "Biscuit" Turner στο κοινό μετά από κάθε συναυλία, καθώς αυτή η μικρή πρόταση συνοψίζει το ήθος και το νόημα που είχε (ή θα έπρεπε να είχε) ολόκληρη η hardcore punk κοινότητα του τότε: "Now, you go start your own band."

Big Boys

Touch And Go

Monday, February 16, 2009

Yaphet Kotto - We Bury Our Dead Alive




Η Ebullition records αποτελεί έναν ακόμη ακρογωνιαίο λίθο στην εξάπλωση του post-hardcore της δεκαετίας του '90. Η πρώτη μου επαφή με τον ήχο της εταιρείας έγινε μέσω των σκληροτράχηλων Εconochrist, ενός συγκροτήματος που πολλοί σπεύδουν να χαρακτηρίσουν ως τους Αμερικάνους ''Crass'' (τo αν συμφωνούμε ή όχι δεν έχει καμμία σημασία). Η αλήθεια είναι πως στις τάξεις της, θα βρει κανείς συγκροτήματα του διαδεδομένου, πλέον, screamo ήχου, όπως οι ''Ampere'' και οι σαφώς πιο ακραίοι ''Orchid & ''Τhis Machine Kills''. Όλως παραδόξως λοιπόν, η Ebullition συνεχίζει να είναι ενεργή διατηρώντας μάλιστα ένα μυθικών διαστάσεων back catalogue/distro με άπειρα καλούδια τα οποία δεν περιορίζονται σε γνώριμους, για τις επιλογές της εταιρείας, ήχους.

Οι Yaphet Kotto είναι το πραγματικό emocore. Μακρυά από εμπορικές σκοπιμότητες, προβλέψιμες δομές και ανούσια μοιρολόγια, η μουσική που συνθέτουν είναι ειλικρινής, περιπετειώδης και άκρως συναισθηματική. Αν οι δυναμικές εκφράζουν προσπάθεια νεωτερισμού και τα μακρόσυρτα ορχηστρικά μέρη, μαρτυρούν βαρεμάρα απ'το χιλιόμετρο, οι τύποι δείχνουν να κερδίζουν το παιχνίδι. Για ποιόν λόγο; Πολύ απλά επειδή όλες αυτές οι συνθετικές τεχνοτροπίες, αποκτούν στα χέρια τους μία άλλη αξία και δείχνουν να ωφελούν τις συνθέσεις πάρα να τις βλάπτουν. Άρτιοι παίκτες, τέλειες ιδέες, πραγματικοί καλλιτέχνες που εκφράζονται μέσω της μουσικής τους. Τραγούδια όπως τα ''Past on the stairs'' & ''The constant Ringing'' με έχουν στοιχειώσει εδώ και καιρό. 

Η μπάντα είναι διαλυμένη εδώ και λίγα χρόνια έχοντας μια κληρονομία τριών στούντιο δίσκων, με τον τελευταίο να παρουσιάζεται εδώ. Οποιοσδήποτε αποφασίσει να ασχοληθεί με την περίπτωση τους, θα καταλάβει ευθής εξαρχής την επιθυμία τους για πρόοδο στο μικρό διάστημα που παρέμειναν ενεργοί. Όλοι συνεχίζουν σε νέες μπάντες (Look Back and Laugh, Moralyson) με αρκετά διαφορετικό ήχο απ'ότι θα περιμέναμε. Ίσως αυτό να αποτελεί μία δήλωση του πόσο διαφορετικοί ύπηρξαν οι Yaphet Kotto. We bury our dead alive?

Yaphet Kotto

Ebullition

Download

Sunday, February 15, 2009

Chemical People - So Sexist


Το ντεμπούτο των Chemical People ήταν μία από τις τελευταίες μου αγορές. Το βρήκα κυριολεκτικά καταχωνιασμένο σε ένα τοπικό δισκάδικο με την τιμή στο οπισθόφυλλο να αναγράφεται πεισματικά σε δραχμές! 

Το ''So sexist'' κυκλοφόρησε το 1988 στην Cruz records (θυγατρική εταιρεία της SST στην oποία κυκλοφόρησε σχεδόν όλο το back catalogue των Skin Yard μεταξύ άλλων). Οι πιο παρατηρητικοί θα έχουν ήδη μυριστεί την απουσία του εξώφυλλου το οποίο για λόγους αισθητικής (και μόνο) αποφάσισα να μην το ποστάρω. Ναι με ένα απλό googl-αρισμα θα καταλάβει κανείς την φρικωδία του θεάματος. Όπως και να χει, ας αφήσουμε τα διαδικαστικά και ας μπούμε στο ζουμί.

Ας μεταφερθούμε τώρα, τρία χρόνια πριν το πολυεθνικό breakthrough της κοχλάζουσας indie rock πραγματικότητας : οι προθέσεις (σχετικά πιο) αγαθές, η σκηνή (σχετικά πιο) υγιής, οι πειραματισμοί (σχετικά πιο) συγκρατημένοι και η προυπόθεση για έναν καλό δίσκο είναι η παντελής απουσία fillers.. Έτσι λοιπόν θα περιοριστώ στα απαραίτητα δίχως να προβώ σε ανούσιες αναλύσεις για μία ανέμελη σχεδόν εποχή. Όποιος γουστάρει μεταγενέστερους Descendents, τους φοβερούς Καναδούς The Nils και ακόμη πιο πρόσφατα power pop σχήματα όπως oι Doughboys (οι αναφορές δεν είναι τυχαίες, ψάξτε το) θα βρεί εδώ την υγειά του. Η διασκευή σε Kiss δεν έχει αρνητικές παρενέργεις τελικά...

Go Chemical or die dorkface!

Download

Chemical People

Cruz/SST

Saturday, January 31, 2009

Vic Bondi - The Ghost Dances



Oι Articles of Faith ύπηρξαν εντυπωσιακοί καθόλη την πορεία τους. Ενώ τα πρώτα τους βήματα θεωρούνται εντελώς χαοτικά όσον αφορά το ηχογραφημένο τους υλικό, κατάφεραν να εξελίξουν τον πρώιμο και επιθετικό τους χαρακτήρα, μπολιάζοντας τον με μελωδία και άφταστη τεχνική, συγκριτικά πάντα με τους συνοδοιπόρους τους. Δεν θα ήταν παράλογο να πούμε πως έβαλαν και αυτοί ένα λιθαράκι στην δημιουργία του συναρπαστικού (τότε) emocore ήχου και οι στενές τους σχέσεις με συγκροτήματα της Washington D.C. επιβεβαιώνουν μία τέτοια θεώρηση. Τα δύο τελευταία τους άλμπουμ (Give thanks & In This life) είναι κορυφαία και πιθανολογώ πως σημαντικό ρόλο στο αποτέλεσμα, έπαιξε η άρτια παραγωγή του Bob Mould.

Το 1986 ο Vic Bondi, τραγουδιστής και ηγέτης των Αrticles, κυκλοφόρησε τον πρώτο του προσωπικό δίσκο ονόματι ''The Ghost Dances''. Mέχρι και σήμερα, η ηχητική μεταστροφή του εν λόγω καλλιτέχνη αποτελεί ένα μυστήριο. Ο ίδιος το αποκαλεί ''Μy Blues Record'' και κάτι τέτοιο δεν απέχει πολύ από την αλήθεια για να ακριβολογούμε. Το Ghost dances είναι ένας ιδιαίτερος και παραγνωρισμένος δίσκος και αδυνατώ να σκεφτώ πως θα το δεχόταν με διθυράμβους το συντηρητικό hardcore ακροατήριο. Πατώντας με το ένα πόδι στον Βob Dylan και με το άλλο στην τεχνοτροπία που είχε αποκτήσει στο πρόσφατο παρελθόν του, ο Vic δημιουργεί έναν ακουστικό δίσκο γεμάτο συναισθήματα, πάθος και ειλικρίνεια. Ο μουσικός και η κιθάρα του, τόσο απλά. Δώστε βάση εδώ αγαπητοί.

Download

Channel 3 - After the Lights go Out


Πω, πω τι δίσκος. Νομίζω πως κάθε λογικός άνθρωπος που έχει μία σχετική επαφή με το αντικείμενο (το punk rock ντε, και το μελωδικό μάλιστα) μπορεί να αναφερθεί στην συγκεκριμένη δουλειά με παρόμοιο θαυμασμό. Η ιστορία είναι απλή : οι Channel 3 (Ch3) ηχογράφησαν δύο full lengths για λογαριασμό της Καλιφορνέζικης Posh Boy (label που έχουν περάσει πολλά συγκροτήματα της εποχής όπως οι Tsol, oι Social D, Vandals και οι τεράστιοι Agent Orange), οι οποίοι ακόμη και σήμερα θεωρούνται αξεπέραστοι. Στην συνέχεια στράφηκαν σε πιο ραδιοφωνικούς ήχους χάνοντας μεγάλο μέρος της νεανικής τους ορμής αλλά κρατώντας σχεδόν αλώβητη την ποιότητα τους. Παραδόξως το συγκρότημα είναι ενεργό μέχρι και τις μέρες μας!

Το Αfter the lights go out (1983) είναι ένα αριστούργημα. Τα πάντα, από τις συνθέσεις και τους πανέξυπνους, καυστικούς στίχους μέχρι το πανέμορφο artwork μυρίζουν κλασικούρα. Και έτσι είναι, θα ήταν ανόητο να το αμφισβητούσαμε. Με κομματάρες τύπου ''What About me'', ''Manzanar'', ''Can't Afford It'', ''Seperate Peace'' και rock'n roll σφυροκοπήματα όπως αυτό του ομώνυμου, αναρωτιέσαι καμμιά φορά πως δεν απέκτησαν ακόμη μεγαλύτερη δημοτικότητα. Εδώ χώνεται και το προσωπικό μου γούστο βέβαια το οποίο με ''αναγκάζει'' να θεωρώ μεγαλύτερη σύνθεση τον pre-indie rock ύμνο ''I'll take my chances''. Ανατριχιαστικό!

Δικαιολογίες δεν υπάρχουν. Η επανακυκλοφορία του δίσκου σε βινύλιο υπάρχει σχεδόν παντού και η χαμηλότατη τιμή του (κοντά στο δεκάευρω) κάνει το ''After the lights go Out'' μία επιβεβλημένη αγορά! 

Download

Channel 3

Poshboy

Wednesday, January 21, 2009

Wipers - Discography (Links not included, go buy the records you cheapos)

Λοιπόν, ας μπούμε στο ζουμί. Οι Wipers είναι μία από τις μεγαλύτερες πανκ μπάντες όλων των εποχών και πραγματικά, η μοναδική μπάντα για την οποία μπορεί να επιχειρηματολογήσει κάποιος για τους λόγους με τους οποίους βρίσκεται σχεδόν ψηλότερα απ'όλους, καλλιτεχνικά μα και επιδραστικά. Ας πω λοιπόν μερικά πράγματα.

Δημιουργήθηκαν το 1977 από τον Greg Sage, ο οποίος κινούσε τα νήματα του συγκροτήματος σε κάθε μετενσάρκωση τους, βάση της επιλογής κατεύθυνσης & συνθετικά. Το 1978 κυκλοφορεί το πρώτο τους single ονόματι better of dead και ένα χρόνο αργότερα το ντεμπούτο τους ονόματι is this real.

Kεφάλαιο 1ο : Ιs this real

Mιλάμε για έναν από τους μεγαλύτερους rock'n roll δίσκους όλων των εποχών. Το πανκ ροκ της εποχής αδυνατεί να καλουπώσει το υλικό της συγκεκριμένς δουλειάς μιας και ποπ ευαισθησίες, σκληρές κιθάρες, '60s garage και πολλές ακόμα ετερόκλητες επιρροές εμφανίζονται στα δώδεκα απίστευτα τραγούδια του. ''Return of The Rat'', ''Mystery'', ''Up front'', ''Tragedy'', ''Window shop for love'' και πολλά ακόμη σκιαγραφούν την προσωπικότητα ενός μεγάλου συγκροτήματος και ενός ταλαντούχου συνθέτη. Απίστευτο drumming από τον μοναδικό Sam Henry επίσης.


Μεγαλειώδες και διαχρονικό.

Κεφάλαιο 2ο : Youth of America

Προσπερνάμε το ep ''Alien boy'' και πηγαίνουμε σε έναν ακόμα άθλο ονόματι Youth of America. Εν έτει 1981, τότε που το hardcore έκανε τα πρώτα του ουσιαστικά βήματα και είχε επιδοθεί σε έναν ανούσιο διαγωνισμό ταχύτητας, oι Wipers κάνουν και πάλι την υπέρβαση ηχογραφώντας τραγούδια που οι κιθαριστικές ακροβασίες και η ψυχεδέλεια παίζουν τον πρώτο ρόλο. Σκεφτείτε πως το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου ξεπερνά το χρονικό όριο των δέκα λεπτών (πράγμα αξιοπερίεργο για punk μπάντα), ενώ το ''αποκαλυπτικό'' instrumental ''When it's over'' ακολουθεί στα 6:30. Κατα τ'αλλα η απίστευτη ενέργεια και η ανόθευτη έμπνευση βρίσκεται και στα επτά κομμάτια του YOA. Hands up, το ''No Fair'' έιναι ένα από τα πιο συναισθηματικά τραγούδια όλων των εποχών. 


Kεφάλαιο 3ο : Over the Edge

Δύο χρόνια μετά, το 1983, οι Wipers κυκλοφορούν τον μέχρι τότε πιο άμεσο δίσκο τους. Το Youth of America πείθει και τους πιο δύσκολους όσο αναφορά την αξία τους. Πανκ ροκ δυναμίτες όπως το ομώνυμο (το εναρκτήριο riff, αποτελεί σαφής αναφορά στους μεγάλους Dickies), το pre-sonic youth ''Doom Town'' & ''So Young''', η αυθαδής δύναμη του Romeo και στον αντίποδα, η απίστευτη μελαγχολία των ''No Generation'', ''What is'', ''No one wants an Alien''. Οι κιθάρες του Greg Sage γίνονται ακόμη πιο εκφραστικές, ιδιαίτερες και τα φωνητικά του αποκτούν μία άλλη διάσταση σε έναν ακόμη πιο ξεκάθαρης κατεύθυνσης δίσκό. Ακόμη ένα αριστούργημα.


Κεφάλαιο 4ο : Land of the Lost

Από το πρώτο δευτερόλεπτο του Land of The Lost, γίνεται αντιληπτό πως η μουσική των Wipers συνεχίζει να εξελίσσεται με μοναδικό τρόπο. Ογκώδη riff, mid tempo ως επι το πλείστον ρυθμοί, απαισιόδοξη ατμόσφαιρα, σκοτεινή ψυχεδέλεια... Το κατά βάση πανκ ροκ του Over the Edge βρίσκεται ήδη δύο χρόνια πίσω και το συγκρότημα κοιτάει μπροστά. Tα "'Different Ways'', ''Just a dream away'', ''Just Say'' και το ομώνυμο τραγούδι σταθμός (από τις πιο επιβλητικές κιθαριστικές στιγμές τους) σπρώχνουν την ηχητική τους πρόταση σε άλλα επίπεδα με τα αποτελέσματα να είναι για τέταρτη φορά εντυπωσιακά! 

Κεφάλαιο 5ο : Follow Blind
Από τους πλέον δύσκολους δίσκους των Wipers, το ''Follow blind'' του 1987 συνεχίζει την πορεία τους, σε πιο σκοτεινούς και δύσβατους ηχητικά δρόμους. Δεν θα ήταν υπερβολικό αν έλεγα πως στο συγκεκριμένο εγχείρημα, δεν διακρίνεται καμμία νότα αισιοδοξίας. Ότι παίζει εδώ, σκιαγραφεί την, ομολογουμένως έυθραυστη, πλευρά του δημιουργού του (χρόνια προβλήματα με ναρκωτικά ήταν ένα από τα βασικά ''μειονεκτήματα'' της υπόθεσης). Συνθετικά πάντως, το αλμπουμ παραμένει ενδιαφέρον. Η κιθαριστική δουλειά που έχει γίνει, είναι τρομερή και πιθανότατα η πιο οκοκληρωμένη μέχρι τότε, μιας και κάθε σόλο δείχνει να είναι επιλεγμένο νότα προς νότα. Λίγα θυμίζουν πλέον το πανκ παρελθόν του σχήματος. ''Follow Blind'', ''Someplace Else'', ''Chill Remains'' στοιχειώνουν την πρώτη πλευρά του δίσκου, ενώ στην συνέχεια βλέπουμε πάλι τις ταχύτητες να ανεβαίνουν και συνειρμοί για garage/rock'n roll αισθτηική ξεπροβάλλουν σιγά σιγά. Η αλήθεια είναι, πως ο δίσκος είναι από τους πλέον δυσκολοχώνευτους στην δισκογραφική πορεία τους, παραμένει όμως ένα αντικειμενικά πολύ καλό και ιδιαίτερο άλμπουμ. Μέσα στα τρία αγαπημένα μου σίγουρα.

Kεφάλαιο 6ο : The Circle
Το εναρκτήριο κομμάτι θερίζει. Μιλάμε για μια full on επιστροφή των Wipers στις πανκ ρίζες των πρώτων τους δίσκων. Πάντα μου έκανε εντύπωση, γιατί το Circle του 1988 αντιμετωπίζεται έως και τις μέρες μας με σκεπτικισμό. Μιλάμε για έναν σοκαριστικά ανανεωτικό δίσκο. Σαφώς και ο ήχος γίνεται λιγάκι πιο ραδιοφωνικός (όσο ραδιοφωνικός μπορεί να θεωρηθεί για τα δεδομένα τους πάντα) με τραγούδια όπως το ''Τime Marches on'' & ''Blue Red''. Σαφώς και τα κατάλοιπα του ''Follow Blind'' δεν λείπουν (''Goodbye Again'', ''Be There''-τραγούδι πρόπομπος του silver sail). Στην τελική όμως, το άλμπουμ απαρτίζεται από δέκα ισάξιες τραγουδάρες, πλούσιες (και πάλι) σε συναίσθημα και εμπνευσμένη τραγουδοποιία. 

Κεφάλαιο 7ο : Silver Sail
Πέντε ολόκληρα χρόνια χρειάστηκαν για την επαναδραστηριοποίηση των Wipers. Ο πρώτος τους δίσκος για την δύσκολη δεκαετία του '90 έιναι ένα καλλιτεχνικά επιτυχημένο πείραμα. Με σαφέστατες επιρροές από τους ακουστικούς δίσκους του Greg, το Silver Sail διχάζει ακόμη μία φορά τους πανκ ρόκερς. Desert rock, πρωτο-americana, folk, blues, rock'n roll, όλα μπολιασμένα με την έντονη προσωπικότητα του δημιουργού, απαρτίζουν την νέα τους δισκογραφική προσπάθεια. Το υλικό κινείται σε down-tempo λημέρια και εκπλήσσει με μερικές από τις πιο μαγευτικές μελωδίες που συνέθεσαν ποτέ. Η παραγωγή για πρώτη φορά σε ''καθαρά'' επίπεδα και η φωνή του Greg λιγότερο οργισμένη, μα πιο εκφραστική και ειλικρινής, πείθωντας εξαρχής για τις προθέσεις της. Μεθυστικό άκουσμα.

Κεφάλαιο 8ο : The Herd
Το ''The Herd'' κυκλοφόρησε το 1996 και πολλοί έκαναν λόγο για τον πιο ''δυνατό'' δίσκο των Wipers. Κάποιοι άλλοι, για την καλύτερη τους δουλειά μετά την πρώτη σχεδόν θρυλική τριάδα. Kαι είναι αλήθεια, πως το ''Psychic Vampire'', μπαίνει οργισμένα ικανό να σε ξεσηκώσει μα και να σε προιδεάσει για το αληθές παρόμοιων δηλώσεων. Η αλήθεια όμως, βρίσκεται κάπου στην μέση. Προσωπικά το ''Herd'' το θεωρώ έναν άνισο δίσκό. Ενώ κάποιος μπορεί να βρει τραγουδάρες τύπου ''No Place safe'', ''Sunrise'', ''Defiant'', ''Stormy'', υπάρχουν σημεία που με ξένισαν και με έκαναν να τα θεωρήσω αδιάφορα. Δεν είναι άσχημο, για την ακρίβεια δεν είναι καν μέτριο, είναι πολύ καλό. Αλλά ξέρω πως μπορούν και καλύτερα.

Κεφάλαιο 9ο : The Power in One

Το ''Power in One'' έμελλε να είναι το τελευταίο στούντιο άλμπουμ τoυς. Η γεύση που αφήνει είναι παρόμοια με του Herd κατά την προσωπική μου άποψη. Είναι μία ακόμη δουλειά με άνισο υλικό. Έχει βέβαια ένα από τα μεγαλύτερα τους τραγούδια, το ''Ι'll be around'' καθώς και μία πλειάδα καλών στιγμών, μα αδυνατεί να φτάσει το πρώιμο υλικό τους. Δεν πρόκειται να χαλάσει κανέναν βέβαια αυτό είναι αλήθεια. Απλώς είμαστε λίγο απαιτητικοί γιατί το δικαιούμαστε εν τέλει βρε αδερφέ.


Οι Wipers μπορεί να μην έγιναν ποτέ ιδιαίτερα γνωστοί (ή σχέση τους με το Ελληνικό κοινό περασμένων δεκαετιών είναι πολύ γερή παραδόξως) πέρα από το πανκ κύκλωμα και τα σύνορα του Portland, που είναι και η γενέτειρα τους, μα επηρέασαν με έναν βαθύτατο τρόπο οτιδήποτε ακολούθησε. Από το punk rock της δεκαετίας του '80, στην τότε ελπιδοφόρα ανεξάρτητη σκηνή, μέχρι και το μεγάλο breakthrough της δεκαετίας του '90 με την έλευση του Grunge. Δηλώσεις του Kurt Cobain (ο οποίος για την περιοδεία του Nevermind τους προσκάλεσε σε ρόλο support με τον Greg τελικά να αρνείται), των Dead Moon, Melvins, Mudhoney και πολλών ακόμα δείχνουν το πόσο σημαντικοί στάθηκαν στην διαμόρφωση μιας σκηνής, που σήμερα δείχνει να μην τους γνωρίζει.

Saturday, January 10, 2009

Βottomless Pit - Hammer of the Gods


Οι Bottomless Pit είναι ουσιαστικά η συνέχεια των σπουδαίων Silkworm. Ότι περιμένει να ακούσει κανείς από αυτήν μου την αναφορά, θα το βρει... εν μέρει. Σίγουρα η παράδοση των ''slackers'' συνεχίζεταi και στο Hammer of the Gods (!), άλλωστε συγκροτήματα όπως οι Pavement, Versus, Come, Superchunk, Built to Spill κτλ, στάθηκαν κάτι παραπάνω από επιδραστικά στην εξέλιξη του indie rock της δεκαετίας του '90, μίας δεκαετίας δηλαδή που μας χάρισε και τους προαναφερθέντες Silkworm. Η προσέγγιση που επιχειρείται όμως εδώ, καταφέρνει να σπρώξει το συνθετικό μοτίβο αυτών των groups, ένα βήμα παραπέρα. 

Οι δομές παρότι προκαθορισμένες, αποκτούν έναν πιο ελεύθερο χαρακτήρα, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα το υλικό να παίρνει μία ζωντανή & σχεδόν αυτοσχεδιαστική διάθεση. Αν μία τέτοια θεώρηση αποτυγχάνει στον γραπτό λόγο, τότε μπορούμε πολύ απλά να πούμε πως οι Bottomless Pit παίζουν μουσική του χθες με επίγνωση του σήμερα. Ίσως το ''Dead Man's Βlues'' προτίστως σαν τίτλος και στην συνέχεια σαν σύνθεση να τα λέει καλύτερα από μένα. Οκτώ τραγούδια λοιπόν εκ των οποίων μονάχα το τελευταίο λειτουργεί συμπληρωματικά ρίχνοντας τον δίσκο ένα σκαλί πιο κάτω από τα πολύ uψηλά επίπεδα που δικαίως ανέβηκε. Αν αναλογιστούμε δε, πως μιλάμε για καινούργια κυκλοφορία, κάνουμε τον σταυρό μας και ξεχνούμε μονομιάς τις αρνητικές παρενέργειες αυτού του τελευταίου σχολίου. 

Download

Bottomless Pit

Μοving Targets - Brave Noise


Όλοι γνωρίζουμε την έντονη επιρροή που άσκησαν στα σχήματα της εποχής οι θρυλικοί Mιννεαπολίτες Husker Du. Μία επιρροή που διακρίνεται ακόμη και σήμερα σε σχήματα του αμιγώς punk/hardcore ήχου όπως οι Leatherface μα και σε άλλα ακόμη πιο ανορθόδοξα όπως οι σχετικά νεοσύστατοι noise popsters Parts & Labor. Ακόμη και τότε όμως, στην φαινομενική διάσπαση της σκηνής, πολλοί επέλεγαν τον θεωρητικά συμβατικό δρόμο της μελωδίας ξεχνώντας πως ότι φαίνεται απλό στην εφαρμογή, τυγχάνει να είναι δύσκολο στην πραγματοποίηση του. Kαι να που οι πρωτοποριακοί για την εποχή συναισθηματισμοί, μη χαρίζοντας στους Huskers το μαζικό breakthrough που επιζητούσαν, έθεσαν τις βάσεις της επιτυχίας για κάποιος μεταγενέστερους, alternative rock πλέον, και άκρως πετυχημένους (ειδικότερα στην δεκαετία του '90) μουσικούς όπως οι Soul Asylum,& οι Lemonheads. Δυστυχώς, ή ευτυχώς, ό δρόμος της επιτυχίας δεν ήταν για όλους στολισμένους με ροδοπέταλα.

Brave Noise λοιπόν.

Οι Moving Targets ηχογράφησαν τέσσερις δίσκους για λογαριασμό της επίσης Βοστονέζικης Taang. Το Brave Noise αποτελεί τον δεύτερο κατά σειρά και κατά την ταπεινή μου άποψη τον πλέον ολοκληρωμένο της μπάντας. Φυσικά η παράγραφος εισαγωγή δεν είναι διόλου τυχαία μιας και το εν λόγω άλμπουμ πατάει με το ένα πόδι στην πολυεθνική περιόδο των Μουld/Norton/Hart (λιγότερη περιπέτεια, ξεκάθαρη ωριμότητα;) και με το άλλο σε ένα μωσαικό αντικροούμενων επιρροών της τότε κολλεγιακής rock σκηνής. Για να αρχίσω και τους παραλληλισμούς, κάπως έτσι θα ακούγονταν οι Dinosaur Jr αν ηχογραφούσαν για την Simple Machines ή αν θέλετε να το χοντρύνουμε και λιγάκι, για την Βρετανική Creation. Bέβαια, δεδομένου του πρώιμου punk χαρακτήρα τους, μην εκπλαγείτε αν κανά δυό τραγούδια κουβαλάν την αύρα των Descendents (στα πιο μελωδικά τους, σαφώς σαφώς).

Συμπερασματικά το Brave noise είναι ένας συνολικά εξαιρετικός δίσκος που χάνει στα σημεία από αυτούς που πετύχαν την αναγνώριση. Παραμένει ένα ντοκουμέντο για μία εποχή που δείχνει να έχει ξεχαστεί προ πολλού, μία εποχή που το indie rock είχε ουσία τόσο εννοιολογικά όσο και επιγραμματικά. Νothing changes μας λένε, αλλά εμείς δεν τους πιστεύουμε!

(1989 - Taang! Records)

Download

Taang!

Moving Targets